Παρασκευή 15 Αυγούστου 2008

Τα ακριβά καύσιμα, τελικώς, κάνουν κακό και στην παγκοσμιοποίηση

Πρέπει να ομολογήσω πως τελευταία διαβάζω πολύ καλά άρθρα - αναδημοσιεύσεις από τον ξένο Τύπο στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ. Να λοιπόν ένα ακόμη πολύ καλό άρθρο - ανάλυση από το THE ECONOMIST. Πραγματικά πολύ ενδιαφέρον...

Τα ακριβά καύσιμα, τελικώς, κάνουν κακό και στην παγκοσμιοποίηση

Oι υψηλές τιμές του πετρελαίου έχουν δώσει ένα τέλος στο… ειδύλλιο των Αμερικανών με τα οχήματα ελεύθερου χρόνου, εξωθώντας τις αυτοκινητοβιομηχανίες σε ανασχεδιασμό της παραγωγής τους. Στον αέρα, το ιλιγγιώδες κόστος των καυσίμων εξανάγκασε τις αεροπορικές εταιρείες να αυξήσουν τις τιμές των εισιτηρίων και να περικόψουν δρομολόγια. Στη θάλασσα τι γίνεται; Μπορεί η αύξηση του κόστους των φορτώσεων σε πλοία να περιορίσει, για παράδειγμα, την αύξηση των εξαγωγών της Κίνας;

Το ερώτημα συζητάται εκτεταμένα από τότε που οι Τζεφ Ρούμπιν και Μπέντζαμιν Ταλ της καναδικής τράπεζας CIBC εξέδωσαν μνημόνιο στο οποίο επισήμαναν ότι ίσως έχει ήδη αρχίσει να αντιστρέφεται η εκτεταμένη μετανάστευση εταιρειών του μεταποιητικού τομέα στην Κίνα.

Το κόστος της φόρτωσης ενός συνήθους εμπορευματοκιβωτίου από τη Σαγκάη στην ανατολική ακτή των ΗΠΑ έχει εκτιναχθεί από τα 3.000 δολάρια, στα οποία ανερχόταν το 2000, σε περίπου 8.000 σήμερα.
Το επιπλέον κόστος της μεταφοράς εμπορευμάτων, σύμφωνα με τους κ. Ρούμπιν και Ταλ, εξαντλεί τα ενίοτε στενά περιθώρια κέρδους των Κινέζων εξαγωγέων.
Επιπλέον, αν οι τιμές του πετρελαίου και των φορτώσεων παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα, πολλές δυτικές εταιρείες που σήμερα παραχωρούν εργολαβίες στην Κίνα ενδέχεται να αποφασίσουν πως είναι πιο λογικό να επαναφέρουν την παραγωγή πιο κοντά στις χώρες στις οποίες βρίσκεται η πελατεία τους.Κάτι τέτοιο συνεπάγεται μεγάλη στροφή στη μορφή του παγκόσμιου εμπορίου.
Ο Στίβεν Τζεν της επενδυτικής τράπεζας Morgan Stanley επισημαίνει ότι το αυξημένο κόστος των φορτώσεων ενδέχεται και να σημάνει το τέλος όλου του εξαγωγικού μοντέλου της Ανατολικής Ασίας. Κι αυτό, γιατί τόσο πολλά από τα ολοκληρωμένα προϊόντα που εξάγει η Κίνα στην Αμερική και την Ευρώπη προέρχονται από συστατικά που έχουν εισαχθεί από την Ταϊβάν, την Ιαπωνία ή τη Νότια Κορέα. Επιπλέον ένα προσιτό κόστος μεταφορών αποτελεί ουσιώδες στοιχείο του μοντέλου παραγωγής στην περιοχή.

Οι εξαγωγικές επιχειρήσεις της Κίνας σίγουρα αισθάνονται τις επιπτώσεις του αυξημένου κόστους των φορτώσεων. Το πρώτο εξάμηνο του 2008 η αύξηση των κινεζικών εξαγωγών επιβραδύνθηκε στο 21,9%, από το 27,6% στο οποίο είχε φθάσει ένα χρόνο νωρίτερα. Στην επαρχία της Γκουανγντόγκ, παραδοσιακά κέντρο του εξαγωγικού μεταποιητικού τομέα της Κίνας, η αύξηση βυθίστηκε στο 13% από το 26,5%.

Δεν πρόκειται, πάντως, περί κυριολεκτικής εξόδου των εταιρειών μεταποίησης από την Κίνα. Ακόμη και τα τελευταία στοιχεία δεν καταδεικνύουν μείωση των κινεζικών εξαγωγών παρά μόνον επιβράδυνση του ρυθμού αύξησής τους. Κάτι που μπορεί να αποδοθεί σε πολλούς παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων του ισχυρού νομίσματος της Κίνας (που έχει ενισχυθεί κατά σχεδόν 7% έναντι του δολαρίου στη διάρκεια του τρέχοντος έτους), των ανοδικών πιέσεων στους μισθούς, των όχι τόσο γενναιόδωρων κινήτρων που παραχωρεί η κινεζική κυβέρνηση στους εξαγωγείς, και στην αποδυνάμωση της εξωτερικής ζήτησης.

Ηδη υπάρχουν ενδείξεις ότι Κινέζοι αξιωματούχοι επανεξετάζουν τη «σκληρή» στάση τους προς τις επιχειρήσεις μεταποίησης φτηνών προϊόντων. Την 1η Αυγούστου, το υπουργείο Οικονομικών αύξησε τις φοροαπαλλαγές στις εξαγωγές σε ένα φάσμα ειδών ρουχισμού από το 11% στο 13% και σε πολλά προϊόντα μπαμπού από το 5% στο 11% για να διευκολύνει τους εξαγωγείς φθηνών ειδών. Το γεγονός ότι έκλεισαν χιλιάδες μικρές βιομηχανίες σαφώς ανησυχεί τους πολιτικούς.

Ετσι λοιπόν η κινεζική βιομηχανία εξαγωγών ειδών μεταποίησης δεν φαίνεται να διατρέχει πραγματικό κίνδυνο. Ελάχιστες εταιρείες θα πάρουν εύκολα την απόφαση να φύγουν από την Κίνα, ιδιαίτερα όταν κανείς δεν γνωρίζει αν τους επόμενους μήνες η τιμή του πετρελαίου θα εκτιναχθεί στα 200 δολάρια ή θα υποχωρήσει στα 100. Οι ξένες και οι τοπικές επιχειρήσεις μπορούν, άλλωστε, να μεταφέρουν την παραγωγή στην ταχύτατα αναπτυσσόμενη εγχώρια αγορά της Κίνας. Σε περίπτωση εκτίναξης του πετρελαίου στα 200 δολάρια ασφαλώς θα υπάρξουν σοβαρές επιπτώσεις τόσο για τις κινεζικές εξαγωγικές επιχειρήσεις όσο και για τις άλλες. Δεδομένου, όμως, του αντίκτυπου που θα έχει στην παγκόσμια οικονομία, το αυξημένο κόστος των μεταφορών ενδέχεται να είναι εκείνο που θα τους ανησυχεί λιγότερο.

Δεν υπάρχουν σχόλια: